Η χημικός στην υπηρεσία των αρχαιοτήτων
Ερ. Ποιά ήταν η πρώτη σας επαφή με την επιστήμη της Χημείας;
Aπ Στις αρχές της σχολικής χρονιάς στη Δευτέρα Γυμνασίου. Τότε αποφάσισα ότι ήθελα να γίνω χημικός, απόφαση που δεν άλλαξα παρά τις έντονες αντιδράσεις της οικογένειάς μου.
Ερ. Με ποιό τρόπο επηρέασε η Χημεία τη ζωή σας;
Aπ. Θα έλεγα την καθόρισε. Όταν γυρίζω πίσω στα χρόνια που πέρασαν διαπιστώνω ότι η χημεία ήταν για μένα σταθερός, αγαπητός, ενδιαφέρων αλλά και απαιτητικός σύντροφος στα εύκολα και στα δύσκολα.
Ερ. Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κομβικά σημεία στην καριέρα σας μέχρι σήμερα;
Aπ. Όταν έθεσα συγκεκριμένο πρωτόκολλο για την εξέταση των διαφόρων αρχαίων υλικών και εφάρμοσα τις μεθόδους εξέτασης και ανάλυσης (οπτική και πολωτική μικροσκοπία, XRD, ICP, FT-IR, Raman) δημιουργώντας ένα σύγχρονο εργαστήριο από σχεδόν μηδενική βάση. Επίσης όταν έκρινα ότι εκτός από την ατομική συμβολή σε θέματα έρευνας για τη συντήρηση αρχαιοτήτων και μελέτης της αρχαίας τεχνολογίας, ήταν απόλυτα αναγκαία προς όφελος των αρχαιοτήτων η οργάνωση μιας ισχυρής υπηρεσίας στελεχωμένης από αρκετούς χημικούς και με συμμετοχή και άλλων ειδικοτήτων. Προσπάθησα προς την κατεύθυνση αυτή με κατ’ αρχάς θετικά αποτελέσματα που όμως δεν διήρκεσαν πολύ, αφού το 2010 «λόγω οικονομικής κρίσης» διακόπηκαν οι συμβάσεις πολύ αξιόλογων συναδέλφων. Εκτός από τα παραπάνω θεωρώ σημαντική την επιλογή της θέσης μάχιμου χημικού που καλείται να δώσει και πρακτικές άμεσα εφαρμόσιμες λύσεις βασισμένες σε επιστημονικά δεδομένα, παράλληλα με τα όποια ερευνητικά προγράμματα εκπονούνται.
Ερ. Στην τρέχουσα συγκυρία για την Ελλάδα, ποιες θεωρείτε ότι είναι οι προοπτικές που παρουσιάζονται στο χώρο της Χημείας;
Απ. Η δραματική μείωση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στη χώρα κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει οδηγήσει πολύ μεγάλο αριθμό χημικών στην εκπαίδευση. Αναμφίβολα η συμβολή στην εκπαίδευση είναι μεγίστης σημασίας, αλλά δεν θα έπρεπε να είναι ο μόνος κύριος τομέας δραστηριότητας των χημικών. Επίσης έχουν ιδρυθεί διάφορα τμήματα πανεπιστημιακών σχολών με αντικείμενο ένα περιορισμένο μέρος του ευρύτερου αντικειμένου της Χημείας και οι απόφοιτοι των σχολών αυτών παραμερίζουν τους αποφοίτους των τμημάτων Χημείας, γεγονός που δημιουργεί ανησυχίες για την μελλοντική θέση του κλάδου στην ελληνική κοινωνία.
Ερ. Γιατί θα προτρέπατε έναν νέο να ασχοληθεί με την επιστήμη της Χημείας;
Απ. Κατηγορηματικά ναι, εάν αγαπάει το αντικείμενο. Τότε μόνο θα κάνει το καλύτερο δυνατό όσον αφορά το ίδιο το αντικείμενο, αλλά θα μπορεί να αντέχει και να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις αντιξοότητες που θα προκύπτουν.
Ερ. Πώς μπορεί να συνδεθεί η χημεία με την ιστορία; Ποίος ο ρόλος της Χημείας στην διατήρηση και ανάδειξη της πολιτισμικής μας κληρονομιάς;
Απ. Για τη διατήρηση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς η Χημεία είναι η βάση. Αυτό σε διεθνές επίπεδο είναι αυτονόητο, όχι όμως και στην Ελλάδα. Η γνώση της φύσης, της δομής και των ιδιοτήτων των αρχαίων υλικών, που είναι απόλυτα αναγκαία προκειμένου να προχωρήσει κανείς στη συντήρησή τους, είναι αντικείμενο χημικού. Όταν επιτελείται θεραπευτική συντήρηση η επιλογή των καταλληλότερων μεθόδων και υλικών συντήρησης, ακόμα και η παρασκευή τους, (π.χ. νανοϋλικών) είναι αντικείμενο χημικού. Σε περιπτώσεις παθητικής συντήρησης ο χημικός είναι αυτός που θα προτείνει το κατάλληλο υλικό κατάχωσης ή τις συνθήκες που πρέπει να επικρατούν κάτω από ένα στέγαστρο για την καλύτερη διατήρηση του αρχαίου υλικού.
Και όσον αφορά τη σύνδεση της Χημείας με την ιστορία: οι πληροφορίες που δίνει η Χημεία για την προέλευση των υλικών ή για την τεχνολογία παρασκευής τους δεν συμβάλουν στην ιστορία;
Γεννήθηκε στην Αθήνα με ρίζες από το Μεσολόγγι. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Χημείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάκτωρ της Χημείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αναγόρευσή της σε διδάκτορα (1984) διορίσθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού στο Εργαστήριο Φυσικοχημικών Ερευνών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με κύρια αντικείμενα απασχόλησης την ανάλυση κεραμικών και συνδετικών υλικών σε στρώματα χρωστικών. Ακολούθως εργάσθηκε στο Κέντρο Λίθου της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού με κύριο αντικείμενο την έρευνα για τη συντήρηση αρχαίων υλικών. Ασχολήθηκε με την οργάνωση εργαστηρίων, τη διαμόρφωση πρωτοκόλλου για την εξέταση των αρχαίων υλικών, τη συστηματική μελέτη πολύ μεγάλου αριθμού αυτών, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών συντήρησης στην Ελλάδα, τη διατύπωση κριτηρίων στη λήψη αποφάσεων συντήρησης, αλλά και τη μελέτη της αρχαίας τεχνολογίας. Διετέλεσε Προϊσταμένη του Κέντρου Λίθου από το 2001 μέχρι το 2014, οπότε η υπηρεσία αυτή καταργήθηκε με την εφαρμογή νέου Οργανισμού στο Υπουργείο Πολιτισμού. Σήμερα είναι Προϊσταμένη του Τμήματος Λίθου της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, μιας υπηρεσίας που ιδρύθηκε με το νέο Οργανισμό του 2014.
Διετέλεσε μέλος πολλών Επιστημονικών Επιτροπών μεγάλων έργων του Υπουργείου Πολιτισμού (Επικουρίου Απόλλωνος, Ασκληπιείου Επιδαύρου, Ακρόπολης Λίνδου, Ανακτόρου και αρχαιολογικού χώρου της Κνωσού, αρχαιοτήτων της Δήλου, νοτίας Κλιτύος της Ακροπόλεως Αθηνών, αρχαιολογικού χώρου της Πέλλας, αρχαίου θεάτρου των Φιλίππων). Ο συνολικός αριθμός ανακοινώσεων της και δημοσιεύσεών της ξεπερνάει τις σαράντα. Είναι μέλος τριμελών επιτροπών διδακτορικών διατρικών και μεταπτυχιακών διπλωματικών εργασιών (ΕΚΠΑ και ΑΠΘ). Είναι παντρεμένη και μητέρα μιας κόρης.