Η Λεβοντόπα [ L–DOPA ] είναι φαρμακευτική χημική ένωση με τη συστηματική ονομασία L-3,4- διυδροξυφαινυλαλανίνη [L-3,4-dihydroxyphenylalanine]. Είναι μία βιοχημική ουσία που παράγεται φυσιολογικά από το αμινοξύ L-τυροσίνη στον βιολογικό μεταβολισμό του ανθρώπινου οργανισμού, και επίσης σε ορισμένα ζώα και φυτά. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί άλλη φαρμακευτική ουσία που να αντικαταστήσει επάξια τη λεβοντόπα, η οποία αποτελεί πρόδρομο ουσία της ντοπαμίνης. Τα νευρικά εγκεφαλικά κύτταρα χρησιμοποιούν τη χορηγούμενη λεβοντόπα για να συνθέσουν βιοχημικά την νευροδιαβιβαστική ουσία ντοπαμίνη. Το φάρμακο αναπληρώνει την ντοπαμίνη που χάνεται λόγω της νόσου του Πάρκινσον. Η ντοπαμίνη από μόνη της δεν μπορεί να δοθεί ως φάρμακο δια του στόματος, διότι δεν μπορεί να περάσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να κατευθυνθεί στον εγκέφαλο. Συνήθως η λεβοντόπα χορηγείται είτε μαζί με Βενζεραζίδη, συνδυασμός που έχει το εμπορικό όνομα Madopar®, είτε μαζί με καρΒιντόπα με το εμπορικό όνομα Sinemet®. Οι ουσίες αυτές, αναστέλλοντας τη δράση ενός ενζύμου, καθυστερούν τη μετατροπή της λεβοντόπα σε ντοπαμίνη πριν αυτή φτάσει στον επιθυμητό στόχο που είναι ο εγκέφαλος. Έτσι ελαχιστοποιούνται μερικές ανεπιθύμητες ενέργειες της. Οι νευροδιαβιβαστικές ουσίες ντοπαμίνη (dopamine), νορεπινεφρίνη (νοραδρεναλίνης) και επινεφρίνη (αδρεναλίνης) που εκκρίνονται από το μυελό των επινεφριδίων είναι γνωστές με το συνολικό όνομα κατεχολαμίνες (catecholamines) γιατί είναι παράγωγα της αλκοόλης κατεχόλης.
Η λεβοντόπα παρασκευάζεται βιομηχανικά από αρκετές φαρμακευτικές εταιρίες σε καθαρή μορφή και πωλείται ως ψυχοδραστική φαρμακευτική ουσία με εμπορικά ονόματα όπως Sinemet, Parcopa, Atamet, Stalevo, Madopar, και Prolopa. Ως φάρμακο η Λεβοντόπα χρησιμοποιείται ευρύτατα στη θεραπεία της νόσου του Πάρκινσον και δυστονίας που οφείλεται στην έλλειψη ντοπαμίνη.
Η L-Dopa στην ελληνική φαρμακολογία έχει καθιερωθεί με το όνομα Λεβοντόπα (Levodopa). Το φάρμακο Λεβοντόπα που λαμβάνεται από το στόμα ή με ενδοφλέβιες δόσεις διαπερνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και αποκαθιστά τα επίπεδα ντοπαμίνης στα κέντα του εξωπυμιδικού συστήματος (μέλαινα ουσία) που ατροφούν κατά την εμφάνιση της νόσου της Πάρκινσον.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ – Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΤΗΣ L-DOPA
Ο Γεώργιος Κοτζιάς, γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης στις 16 Ιουνίου 1918, υπήρξε παγκοσμίου φήμης πρωτοπόρος ερευνητής που προηγήθηκε της εποχής του, καθώς χάραξε νέους δρόμους στη νευροφυσιολογία του εγκεφάλου και προέβλεψε τη νευροβιολογική επανάσταση της εποχής μας. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του δύο φορές αιρετού δημάρχου της Αθήνας Κώστα Κοτζιά. Στην αρχή των σπουδών του φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1941, όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής εισέβαλαν στην Ελλάδα, ο πεμπτοετής τότε φοιτητής διέφυγε με τους γονείς του στην Τουρκία και στη συνέχεια μέσω Αιγύπτου και Αφρικής εγκαταστάθηκε στη Ν.Υόρκη όπου αντιμετώπισε πολλές βιοποριστικές δυσκολίες. O Γεώργιος Κοτζιάς υπέβαλε αιτήσεις σε διάφορες σχολές προκειμένου να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Η απόρριψή του από την Ιατρική Σχολή του Cornell υπήρξε κατηγορηματική καθώς κρίθηκε ανεπαρκής ως προς τη γνώση της αγγλικής γλώσσας και την εκπαίδευσή του στους τομείς της βασικής βιοχημείας, της φαρμακολογίας και της φυσιολογίας. Ωστόσο, αποφασίζει να υποβάλλει αίτηση στη φημισμένη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και ο γερμανοαμερικανός καθηγητής Soma Weiss μετά από μακρά συζήτηση στα γερμανικά, τα οποία ο Κοτζιάς μιλούσε με ευχέρεια, του πρότεινε να εισαχθεί υπό όρους στο τρίτο έτος σπουδών της Ιατρικής Σχολής. Δύο χρόνια αργότερα αποφοίτησε από το Χάρβαρντ με το πτυχίο «cum laude». Έπειτα, αφού εργάστηκε ερευνητικά σε διάφορα φημισμένα πειραματικά κέντρα των Η.Π.Α τιμήθηκε με τέσσερις πανεπιστημιακούς τίτλους. Το πρωτότυπο συγγραφικό έργο του Γεωργίου Κοτζιά αποτελείται από 200 επιστημονικές δημοσιεύσεις, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν δημοσιευτεί στα μεγαλύτερα βιοιατρικά περιοδικά του κόσμου. Είναι από τους πρώτους ερευνητές που προέβλεψαν την τεράστια κλινικοερευνητική σημασία των λεγόμενων νευρομεταβιβαστών και των νευροπεπτιδίων, μελετώντας το μεταβολισμό διαφόρων βιογενών αμινών και αμινοξέων. Η εξακρίβωση του τρόπου δράσης της L-Dopa από τον Κοτζιά άνοιξε νέους ορίζοντες στην καταπολέμηση της νόσου του Πάρκινσον, γιατί μετά τις πρωτοποριακές δημοσιεύσεις του άρχισε να χρησιμοποιείται στη θεραπευτική ένα πλήθος από άλλες παρεμφερείς ουσίες που μιμούνται τη δράση της ντοπαμίνης.
Το πολυσήμαντο ερευνητικό του έργο αναγνωρίστηκε τόσο σε Ελλάδα όσο και σε εξωτερικό. Ο Κοτζιάς, μαζί με τον κορυφαίο θεμελιωτή του κλάδου της αποφολιδωτικής κυτταρολογίας Γεώργιο Παπανικολάου είναι ο πιο πολυβραβευμένος Έλληνας ερευνητής του 20ου αιώνα έχοντας τιμηθεί επάξια με 22 επίζηλες διακρίσεις. ενδεικτικά μόνο τρεις: α)το έπαθλο Albert Lasker το 1969.
Δεινός καπνιστής, νικήθηκε από τον καρκίνο των πνευμόνων σε ηλικία 59 ετών έχοντας αντιμετωπίσει την ασθένει με αξιοζήλευτη γενναιότητα.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΥ L-ΝΤΟΠΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΣΟ ΤΟΥ ΠΑΡΚΙΝΣΟΝ
Την δεκαετία του 1950 ο Σουηδός επιστήμονας Arvid Carlsson, ένας ερευνητής φαρμακευτικών ουσιών δοκίμασε την L-dopa σε ζώα που παρουσίαζαν τα κλασικά συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον και παρατήρησε δραστική μείωση των συμπτωμάτων και βελτίωση στην υγεία τους. Ο Arvid Carlsson γεννήθηκε στην Uppsala, της Σουηδίας το 1923. Για την έρευνα του αυτή και την μελέτη των θεραπευτικών ιδιοτήτων της ουσίας λεβοντόπα στην ευρέως διαδεδομένη νόσο Πάρκινσον σε μεγάλα τμήματα του πληθυσού μεγάλης ηλικίας βραβεύθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας το 2000, μαζί με τους Δρ. Eric Kandel (Centre of Neurobiology and Behavior, Columbia University, New York) και Δρ Paul Greengard (Laboratory Molecular and Cellular Science, Rockfeller University, New York). Ο Arvin Karsson διαπίστωσε το 1957 τη σχέση σχιζοφρένειας και νόσου Πάρκινσον. Ο Karsson, μελετώντας τη δράση της ντοπαμίνης σε παρκινσονικούς ασθενείς με τη νόσο του Πάρκινσον, βρήκε ότι όταν αυτοί έπαιρναν υπερβολικές δόσεις, εμφάνιζαν έντονα ψυχωτικά φαινόμενα. Η παρατήρηση αυτή οδήγησε στη διατύπωση της άποψης ότι η μια από τις αιτίες της σχιζοφρένειας μπορεί να είναι η υπερβολική ντοπαμίνη. Πράγματι, πολλές φορές στις περιπτώσεις σχιζοφρενικών διαταραχών υπάρχει μια υπέρμετρη απελευθέρωση ντοπαμίνης στην συναπτική σχισμή έτσι που ο ερεθισμός να γίνεται αντιληπτός ως πολύ δυνατός.
- Water Η. Cheryl, Diagnosis and Management of Parkinson’s Disease, Professional Communications Inc, USA, 1998.
- Olanow CW, Watts LR, Koller CW, «An algorithm (decision tree) for the management of Parkinson’s Disease», Neurology, Vol. 56, (11) Suppl. 5, 2001.
- Marsden CD, Fahn S, Movement Disorders 1, 2 (1995) and 3 (1994). Butterworth Heinemann Ltd, Oxford UK. Cedarbaum MJ, Gancher TS, Parkinson’s Disease, «Neurologic Clinics», Vol. 10 (2) W. B. Saunders Company, Philadelfia, 1992.
- Nutt GJ, Hammerstad PJ, Gancher TS, Parkinson’s Disease 100 Maxims, Edward Arnold, London, 1992.